
O Αλή Πασάς, η Κυρά Φροσύνη και η Κυρά Βασιλική…







“Ακούσατε τι γίνηκε στα Γιάννενα στη λίμνη;
Επνίξανε τσ’αρχόντισσες και την Κυρά Φροσύνη”
“Χίλια καυτάρια ζάχαρη και ρίχτε μεσ’τη λίμνη,
για να γλυκάνει το νερό, να πιει η Κυρά Φροσύνη”



Μια ιστορία σκλαβιάς, έρωτα και πολέμου..
Η Βασιλική οδηγήθηκε στο χαρέμι του Πασά σε ηλικία μόλις 12 ετών. Στην αρχή ο Πασάς δεν την πρόσεξε. Σιγά-σιγά όμως, η νεαρή Ηπειρώτισσα άνθιζε, ομόρφαινε, ώσπου κατέκτησε τον Αλή Πασά σε τέτοιο βαθμό, που εκείνος το 1808, παρά την τεράστια διαφορά ηλικιίας τους, την παντρεύτηκε. Η πρώτη του σύζυγος, Εμινέ, που κι αυτή από έρωτα την είχε παντρευτεί και του είχε χαρίσει τους δυο γιους του, την ζήλευε τρομερά. Επειδή δε, η Εμινέ είχε μεγάλη δύναμη στο σεράϊ, ο Αλή φοβήθηκε μήπως βάλει να σκοτώσουν την Βασιλική και διέταξε τη θανάτωση της Εμινέ.
Ο Αλή Πασάς, ερωτευμένος με τη μικρή Βασιλική δεν της χαλούσε χατήρι. Η έξυπνη Βασιλική χρησιμοποίησε την τεράστια επιρροή της στον Αλή Πασά για να διασώζει Χριστιανούς. Ήξερε να κουλαντρίζει τον Πασά, αλλά τον αγαπούσε.
Κι όταν ο Σουλτάνος φοβούμενος τη μεγάλη δύναμη του Αλή Πασά (ήταν τότε κύριος της Ηπείρου, Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου), εκστράτευσε εναντίον του, η κυρά Βασιλική έμεινε πιστή στον αφέντη της ως τις τελευταίες του στιγμές. Τον ακολούθησε στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος, στη Νήσο της λίμνης. Και εκεί ο Αλή, ετοιμοθάνατος από τις πληγές του, διέταξε τον ακόλουθό του Θανάση Βύγια, να τη σκοτώσει μόλις αυτός θα ξεψυχούσε. Αλλά ο Βάγιας δεν την εκτέλεσε. Και η Βασιλική, οδηγήθηκε αιχμάλωτη στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, την έσωσε με τις διασυνδέσεις του ο Πατριάρχης Άνθιμος ο Γ’ και υπό την προστασία του Πατριαρχείου ζούσε άνετα, και διατηρούσε σχέσεις με πρόσωπα από την επαναστατημένη Ελλάδα.
Μετά την υπογραφή της ειρήνης, οι Τούρκοι της επέτρεψαν να γυρίσει στην πατρίδα της. Δεν γύρισε όμως στα Γιάννενα, αλλά στην ελεύθερη Ελλάδα. Παρουσιάστηκε στον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος την δέχθηκε με τιμές. Δεν είχε όμως δικούς της πόρους, ούτε κατείχε το μυστικό των θησαυρών του Αλή Πασά. Έτσι, τελικά κατέληξε να ζει σε μια άθλια καλύβα του Αιτωλικού. Πουλούσε τα χρυσά κουμπιά από τα χρυσοκέντητα φορέματα που διατηρούσε στο σαράϊ για να ζει και κυρίως για να πιει. Γιατί η άλλοτε πανίσχυρη πρώτη κυρία της Ηπείρου γύριζε τώρα στους δρόμους μέθυση, σε οικτρά χάλια, ενώ τα παιδιά την χλεύαζαν και την πετροβολούσαν. Έως ότου ένα πρωί του 1835, η κυρά Βασιλική βρέθηκε νεκρή έξω από την καλύβα της, μόλις 42 ετών, αλλά πολύ γερασμένη.
Έτσι τελειώνει η ιστορία μιας πανίσχυρης Ελληνίδας, που έζησε σαν αρχόντισσα και πέθανε σαν ζητιάνα. Αλλά που άφησε πίσω της τις ζωές των Ελλήνων που έσωσε. Κι ο Αλή Πασάς με τον τρόπο του βοήθησε την επανάσταση. Απασχόλησε τα στρατεύματα τα δικά του και του Σουλτάνου στην μεταξύ τους έριδα και έδωσε την καλύτερη ευκαιρία στους Έλληνες να επαναστατήσουν.